«Τι να κάνω, αββά, γιατί έπεσα σε αμαρτία;»-Ο Άγιος Σισώης ο Μέγας

Έζησε τον 4ο αιώνα μ.Χ. και ανήκει στην πρώτη γενιά μεγάλων ασκητών που ακολούθησε το Μέγα Αντώνιο.

Έμενε στο Κλύσμα, στη Σκήτη με τον αββά Μακάριο και με τον αββά Ωρ, κι όταν άρχισε να γεμίζει η Σκήτη και έμαθε ότι κοιμήθηκε ο αββάς Αντώνιος, σηκώθηκε και πήγε στο όρος του αββά Αντωνίου κοντά στην Ερυθρά Θάλασσα.

Στα ασκητικά & τα αγιολογικά κείμενα χαρακτηρίζεται Όσιος (=άγιος μοναχός) Σισώης ή Αββάς (=πατέρας) Σισώης.

Πήγε για ένα διάστημα και στο μακρινό όρος της Θηβαΐδος, δηλαδή στο Πισπίρ. Και επειδή βρήκε ησυχία κάθισε εβδομήντα δύο χρόνια.

Σε προχωρημένη ηλικία έζησε στην περιοχή, πού σήμερα είναι η πόλη Σουέζ. Εκεί τον επισκέπτονταν Σιναΐτες μοναχοί για να τον συμβουλευτούν και να ακούσουν τη θεόπνευστη διδαχή του.

Στον τόπο αυτόν ζούσε επίσης και ο περίφημος αββάς Τιθόης, με τον οποίο συνδέθηκε πνευματικά. Ανήκει στην πρώτη γενιά των μεγάλων ασκητών που ακολούθησε το Μέγα Αντώνιο.

Ο Όσιος Σισώης έλαμψε με την πνευματική του σύνεση, την ταπεινοφροσύνη, τη φιλαδελφία και το ενδιαφέρον του στο να επιστρέψει και ένα μόνο αμαρτωλό.

Μεταξύ των ασκητών αναδείχτηκε ονομαστός και μέγας, αθλητής της πρώτης γραμμής, τύπος εγκρατείας, αλλά και ψυχή πού προσευχόταν για δικαίους και αδίκους, πλούσιους και φτωχούς, άρχοντες και ιδιώτες, κληρικούς και λαϊκούς και γενικά για όλο τον κόσμο.

Στη γη ήταν, αλλά η ζωή του ήταν ουράνια. Υψωμένος πάνω από τη σάρκα, που χαλιναγωγούσε τέλεια με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος και τη θεία κοινωνία του σώματος και του αίματος του Χριστού. Η μνήμη του μένει υπόδειγμα σ’ όσους θέλουν την ασκητική ζωή, για να είναι γνήσιοι και πραγματικοί ασκητές, όχι μόνο με την αντοχή του σώματος, αλλά και με την πνευματική αναγέννηση και τη λάμψη της αρετής.

Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη· «Άραγε, έτσι πολεμούσε ο Σατανάς τους παλιούς;». Του λέγει ο γέροντας· «Τώρα πιο πολύ, γιατί πλησιάζει ο καιρός του και βρίσκεται σε ταραχή».

Κάποτε ο Αβραάμ, ο μαθητής του αββά Σισώη, πειράσθηκε από δαίμονα και είδε ο γέροντας ότι έπεσε. Σηκώθηκε τότε και ύψωσε τα χέρια του στον ουρανό και είπε• «Θεέ μου, θέλεις-δεν θέλεις, δεν θα σε αφήσω αν δεν τον θεραπεύσεις». Και αμέσως θεραπεύθηκε.

Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Σισώη• «Τι να κάνω, αββά, γιατί έπεσα σε αμαρτία;». Του λέει ο γέροντας• «Σήκω πάλι».

Λέει ο αδελφός• «Σηκώθηκα και πάλι έπεσα». Λέει ο γέροντας• «Σήκω πάλι και πάλι».

Και τότε είπε ο αδελφός• «Ως πότε;». Και λέει ο γέροντας• «Έως ότου να σε βρη ο θάνατος είτε στο αγαθό είτε στην πτώση. Δεν είναι γραμμένο όπου εύρω σε εκεί και κρινώ σε; Γιατί όπως βρεθεί ο άνθρωπος, έτσι και θα φύγει».

Ρώτησαν κάποιοι τον αββά Σισώη• «Αν πέσει σε αμαρτία ένας αδελφός, δεν έχει ανάγκη ενός χρόνου για να μετανοήσει;». Αυτός είπε• «Είναι σκληρός ο λόγος». Αυτοί λένε• «Αλλά έξι μήνες;».

Και πάλι είπε• «Πολύ είναι». Και αυτοί έλεγαν• «Μέχρι σαράντα μέρες;». Πάλι είπε• «Πολύ είναι». Του λένε• «Τι θα γίνει αν πέσει ένας αδελφός και αμέσως τύχει να γίνει τραπέζι αγάπης και αυτός παρουσιαστεί στο τραπέζι;».

Τους λέγει ο γέροντας• «Όχι, γιατί έχει ανάγκη να μετανοήσει για λίγες μέρες. Και πιστεύω ότι αν ένας τέτοιος μετανοήσει ολόψυχα ακόμη και σε τρεις ημέρες τον δέχεται ο Θεός».

Πήγαινε κάποτε ένας λαϊκός μαζί με το γιο του προς τον αββά Σισώη στο όρος του αββά Αντωνίου και συνέβη να πεθάνει ο γιος του στο δρόμο.

Αυτός δεν ταράχτηκε, αλλά τον πήρε και πήγε με πίστη στον γέροντα και πρόσπεσε με τον γιο του, σαν να έκανε μετάνοια, ώστε να τον ευλογήσει ο γέροντας. Έπειτα σηκώθηκε ο πατέρας, άφησε το παιδί μπροστά στα πόδια του γέροντα και βγήκε έξω.

Ο γέροντας νομίζοντας ότι βάζει μετάνοια του λέει• «Σήκω, βγες έξω», γιατί δεν ήξερε ότι ήταν νεκρός. Αμέσως το παιδί σηκώθηκε και βγήκε. Όταν τον είδε ο πατέρας του έμεινε εκστατικός.

Μπήκε μέσα, προσκύνησε τον γέροντα και του ανακοίνωσε τι συνέβη. Όταν το άκουσε ο γέροντας λυπήθηκε, γιατί δεν ήθελε να γίνει αυτό. Τότε ο μαθητής του γέροντα παρήγγειλε στον πατέρα να μην το πει σε κανέναν, ως το τέλος της ζωής του γέροντα.

Από τη βιογραφία του αγίου ένα περιστατικό έγινε ιδιαίτερα γνωστό και απεικονίστηκε πολλές φορές στις ορθόδοξες εικόνες: η επίσκεψή του στον τάφο του Μεγαλέξανδρου

Εκεί ο άγιος συνειδητοποίησε βαθύτατα τη ματαιότητα της γήινης δόξας και της βασιλικής εξουσίας και θρήνησε για την κοινή μοίρα των ανθρώπων, το θάνατο.

Τότε φιλοσόφησε για το θάνατο και τη ζωή, τα προσωρινά και τα αιώνια. Η φιλοσοφία αυτή του αγίου Σισώη, και όλων των Πατέρων της ορθόδοξης πνευματικής κληρονομιάς, δεν είναι λιγότερο σημαντική από τη φιλοσοφική στάση του Διογένη π.χ. (τον οποίο, ως γνωστόν, είχε θαυμάσει ο Μ. Αλέξανδρος) ή από τη φιλοσοφία ως “μελέτη θανάτου” κατά τον Πλάτωνα.

Στην απεικόνιση του επεισοδίου βλέπουμε δύο δόξες: τη γήινη δόξα του ανθρώπου που έγινε ταυτόχρονα Μεγάλος Βασιλιάς (της Περσίας), Φαραώ της Αιγύπτου και Βασιλιάς των Ινδιών – αλλά μαράθηκε καταλήγοντας σ’ ένα τάφο – και την ουράνια δόξα του αγίου, που είναι γεμάτη φως και μένει στους αιώνες.

Υπόψιν ότι η θέωση (η ένωση με το Θεό εν Χριστώ και η πλήρης μεταμόρφωση του ανθρώπου σε θείο ον) ονομάζεται στην Αγία Γραφή “δοξασμός”, δηλ. φωτισμός (στην Αγία Γραφή η λ. δόξα έχει και την κοινή έννοια, αλλά σημαίνει και φως).

Ένδοξος λοιπόν είναι ο άγιος, κάθε άγιος, και η εικόνα του προτείνει ένα δρόμο και ένα παράδειγμα προς μίμηση για κάθε άνθρωπο που ενδιαφέρεται για την αληθινή ελευθερία και τη ζωή. Δε χρειάζεται να πούμε άλλα.

Πηγές:

https://iconandlight.wordpress.com/2019/07/05/29517/

http://o-nekros.blogspot.com/2012/07/blog-post_06.html

προηγούμενο
επόμενο

Facebook Comments