Γεννήθηκε το 1884 στο χωριό Νόβαγια Μιχαηλόσκα της Ρωσσίας. Οι γονείς του ήταν ευσεβείς. Η μητέρα του καθώς έλεγε ο ίδιος: «κάθε Τετάρτη και Παρασκευή δεν έτρωγε καθόλου, ήταν δοσμένη όλη στην προσευχή και τα δάκρυα έτρεχαν πυκνά απ’ τα μάτια της». Μικρός ακόμα επισκεπτόταν μοναστήρια και έψαλλε στη χορωδία της εκκλησίας του χωριού του.
Ο Παπά-Τύχων, όταν είχε πάει στο Καλύβι του Τιµίου Σταυρού, δεν είχε Ναό, αν και του ήταν απαραίτητος. Ούτε και χρήματα είχε, αλλά είχε μεγάλη πίστη στον Θεό. Έκαμε λοιπόν προσευχή, και ξεκίνησε για τις Καρυές, με την εμπιστοσύνη στον Θεό, ότι θα του οικονομούσε τα χρήματα, που θα χρειαζόταν για τον Ναό. Πριν φθάση ακόμη στις Καρυές, τον είδε από μακριά τον Παπά-Τύχωνα ο Δικαίος του Προφήτη Ηλία (Ρωσικού) και τον φώναξε. Όταν πλησίασε κοντά, του είπε:
-Κάποιος καλός Χριστιανός, από την Αμερική, μου έστειλε μερικά δολάρια, να τα δώσω σε εκείνον που δεν έχει Ναό, για να κτίση. Εσύ δεν έχεις Ναό· παρ’ τα και φτιάξε.
Δάκρυσε ο γέροντα από συγκίνηση και ευγνωμοσύνη στον Θεό, ευχαρίστησε και τον Δικαίο και είπε το: Θεός συγχωρέσοι, για τον άνθρωπο του Θεού που του έστειλε την ευλογία. Ο Καλός Θεός, σαν καρδιογνώστης, είχε φροντίσει για τον Ναό του, πριν ακόμη Τον παρακαλέση ο Γέροντας, για να του έχη έτοιμα τα χρήματα, την ώρα που θα Του τα ζητούσε. Επόμενο ήταν να τον ακούση ο Θεός, αφού ο Γέροντας από μικρό παιδί, άκουγε και τηρούσε τις θείες εντολές του Θεού και δεχόταν ουράνιες ευλογίες.
Στην συνέχεια, βρίσκει δύο Μοναχούς τεχνίτες, για να λένε και την ευχή, την ώρα που θα εργάζωνται. Όταν λοιπόν, τελείωσε ο Ναός, τον αφιέρωσε στον Τίμιο Σταυρό, γιατί τον είχε σε ευλάβεια, αλλά και για να αποφεύγη τα Πανηγύρια με τον φυσιολογικό αυτόν τρόπο, επειδή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού νηστεύουν, και η ημέρα είναι πένθιμη.
Ο Γέροντας δεν αναπαυόταν στα Πανηγύρια, γιατί δημιουργούν ανησυχία και περισπασμό, ενώ αυτός πανηγύριζε κάθε μέρα πνευματικά, με το ήσυχο Σταυροαναστάσιμο τυπικό του, με την πολλή του άσκηση και με την καθόλου σχεδόν ανθρώπινη παρηγοριά, μέσα στον λάκκο της Καλιάγρας, όπου έβλεπε ουρανό και ζούσε παραδεισένιες χαρές, μαζί με τους Άγγελους και τους Αγίους. Όταν τον ρωτούσε κανείς: Μόνος σου μένεις εδώ στην ερημιά; απαντούσε ο Γέροντας.
-Όχι, εγώ μένω μαζί με τους Αγγέλους και Αρχαγγέλους, με τους Αγίους Πάντες, με την Παναγία και τον Χριστό.
Πράγματι την ένιωθε την παρουσία των Αγίων και την βοήθεια του φύλακα Αγγέλου του. Μία μέρα που τον είχα επισκεφθή, ενώ ανέβαινε τα σκαλάκια, έπεσε ανάποδα και σφηνώθηκε στην πόρτα, γιατί φορούσε πολλά καπιά, και δυσκολεύτηκα να τον σηκώσω. Όταν τον ρώτησα μετά: Τι θα έκανες Γέροντα μόνος σου, εάν δεν ήμουν εδώ; με κοίταξε παράξενα και μου απήντησε με βεβαιότητα:
-Ο φύλακάς μου Άγγελος, θα με σήκωνε.
Ενώ βρισκόταν σε ερημικό τόπο, μόνος του, και το Κελλί του δεν είχε σχεδόν τίποτα, για να έχη όμως τον Χριστό μέσα του, δεν του χρειαζόταν τίποτα, γιατί όπου Χριστός, εκεί και Παράδεισος, και για τον Παπά-Τύχωνα το Περιβόλι της Παναγίας ήταν επίγειος Παράδεισος.
Όταν κανείς αφήνεται στον Θεό, ο Θεός δεν τον αφήνει.
Γράφτηκε ο Βίος του Γέροντα στις 26 Μαίου, μνήμη του Αγίου Αποστόλου Κάρπου, το 1977, στο Σταυρονικητιανό Κελλί· Τίμιος Σταυρός. Δόξα Σοι ο Θεός!
Μοναχός Παΐσιος.
***
(Ακολουθεί η προσευχή του Γέροντα, που είχε γράψει με πολύ πόνο και πολλά δάκρυα και την έστελνε στις πονεμένες ψυχές της Ρωσίας σαν βάλσαμο από το Περιβόλι της Παναγίας)
Δόξα εις τον Γολγοθά του Χριστού.
Ω Θείε Γολγοθά, αγιασμένε με το αίμα του Χριστού! Σε παρακαλούμε, πες μας πόσες χιλιάδες αμαρτωλών με την Χάρη του Χριστού, την μετάνοια και τα δάκρυα καθάρισες και γέμισες τον νυμφώνα του Παραδείσου; Ω!
Με την αγάπη σου την άρρητη, Χριστέ Βασιλιά, με την Χάρη Σου όλα τα ουράνια παλάτια γέμισες από μετανοούντας αμαρτωλούς. Συ και εδώ κάτω όλους ελεείς και σώζεις. Και ποιος μπορεί αντάξια να Σε ευχαριστήση, έστω κι αν είχε Αγγελικό νούν; Αμαρτωλοί, ελάτε γρήγορα. Ο Άγιος Γολγοθάς είναι ανοικτός, και ο Χριστός εύσπλαγχνος. Προσπέσετε προς Αυτόν και φιλήσετε τα άγια Του πόδια.
Μόνον Αυτός σαν εύσπλαγχνος μπορεί να γιατρέψη τις πληγές σας! Ω, θα είμαστε ευτυχείς, όταν ο πολυεύσπλαγχνος Χριστός μας αξιώση με μεγάλη ταπείνωση και φόβο Θεού και καυτά δάκρυα να πλύνομε τα πανάχραντα Του πόδια και με αγάπη να τα φιλήσουμε!
Τότε, ο Χριστός, εύσπλαγχνος θα ευδοκήση να πλύνη τις αμαρτίες μας και θα μας ανοίξη τις πόρτες του Παραδείσου, όπου με μεγάλη χαρά, μαζί με τους Αρχαγγέλους και Αγγέλους, τα Χερουβείμ, και τα Σεραφείμ, και με όλους τους Αγίους, αιώνια θα δοξάζομεν τον Σωτήρα του κόσμου, τον γλυκύτατο Ιησού Χριστο, τον Αμνό του Θεού μαζί με τον Πατέρα, και το Άγιο Πνεύμα, την Ομοούσιο και Αδιαίρετο Τριάδα.
Ιερομόναχος Τύχων – Άγιον Όρος
Facebook Comments