Η Ιερά Μονή Οσίου Γρηγορίου είναι κτισμένη επάνω σε βράχους, 10 μέτρα ψηλότερα από τη θάλασσα. Γραφικός λιθόστρωτος δρόμος οδηγεί από τον αρσανά στην είσοδο της Μονής σε μια αυλή, που σχηματίζουν επιβλητικά κτίρια νεοκλασσικού ρυθμού. Μια δεύτερη μικρή είσοδος οδηγεί στην εσωτερική αυλή, στενόχωρη, εδαφολογικά ανώμαλη και καλυμμένη με τσιμέντο.
Ιδρύθηκε κατά τα μέσα του 14ου αιώνα και είναι σύγχρονη των Μονών Διονυσίου, Παντοκράτορος, Σιμωνόπετρας. Ιδρυτής της είναι ένας όσιος ασκητής, ο Γρηγόριος. Ποιός όμως Γρηγόριος; Τρεις Γρηγόριοι προτάθηκαν: ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, Γρηγόριος ο μαθητής του και Γρηγόριος «ο από Συριάνων». Ο τελευταίος αποκλείεται, διότι είναι όψιμος. Σε έγγραφο του Οκτωβρίου 1400 ο «κύρις Γρηγόριος ο γέρων, ο από Συριάνων», που ασκήτευε, κοντά συη Μονή, καλείται μάρτυρας από τον Πρώτο Γεννάδιο και τη Σύναξη, να καταθέσει ότι γνωρίζει για τα όρια μεταξύ των Μονών Διονυσίου και Παύλου. Εξάλλου 7 χρόνια πριν, στο Γ΄ Τυπικό (1394), στον εκεί πίνακα εισφορών, ορίζεται «ο άγιος Γρηγόριος (να δίνει) εν νόμισμα». Ώστε ο ιδρυτής της Μονής ήδη ήταν κεκοιμημένος, και μάλιστα καταξιωμένος άγιος. Δύο ηγούμενοι της Μονής, ο Καλλίστρατος (1347) και ο Κάλλιστος (1348), στα acta της Χιλιανδαρίου, πρέπει να θεωρούνται ανύπαρκτα πρόσωπα. Αλλά και ο πρώτος, ο Άγιος Γρηγόριος ο Σιναΐτης, αποκλείεται να είναι ο ιδρυτής της Μονής, αφού στο Βίο του, γραμμένο από τον πατριάρχη Κάλλιστο Α΄, δεν αναφέρεται τίποτα σχετικό. Εξάλλου ο Γρηγόριος κατά τα έτη 1325-46 βρίσκεται εκτός Αγίου Όρους. Έτσι ως πιθανός ιδρυτής πρέπει να θεωρείται κάποιος τέταρτος. Ο Γρηγόριος αυτός, που δεν ξέρουμε πολλά για τον βίο του, ονομαζόταν «Νέος». Πάντως παραμένουν ακόμα άλυτες πλευρές του προβλήματος, για το λόγο ότι καταστράφηκε το αρχείο της Μονής από δύο πυρκαγιές: το 1500 και το 1761.
Κατά το τέλος του 15ου αιώνα η μικρή Μονή καταστρέφεται από πειρατές κι από την πυρκαγιά και, ασφαλώς, θα χανόταν τελείως, αν δεν αναλάμβαναν την προστασία της οι ομόδοξοι ηγεμόνες του Βορρά, με πρώτο τον Ιωάννη Στέφανο το Μέγα (1457-1504), που ξοδεύει μεγάλα ποσά για την ανασυγκρότηση της Μονής, ώστε να θεωρείται δεύτερος κτίτορας. Ο ίδιος στα δύο χρυσόβουλα που εκδίδει υπέρ της Μονής, αναφέρει την προθυμία που είχε να ανορθώσει τη Μονή. Αλλά η μικρή Μονή δυόμισι αιώνες μετά έμελλε να δοκιμαστεί πάλι από το πυρ. Πυρκαγιά που ξέσπασε στις 30 Νοεμβρίου 1761 πλήττει καίρια τη Μονή. Τότε καλείται ένα από τα τέκνα της: ο Ιωακείμ, που είχε καρεί στη Μονή κατά το 1740, ασκήτευε όμως για χρόνια στη Μικρή Αγία Άννα, στο σπήλαιο του Αγαπίου. Ο Ιωακείμ, φυσιογνωμία ηγετική, με πολλές αρετές κοσμημένος, αναλαμβάνει να ανασυγκροτήσει το πυρίκαυστο σκήνωμα. Έτσι μεταβαίνει στο εξωτερικό για τη συγκέντρωση ελεών. Στην Κωνσταντινούπολη συναντιέται τυχαία με το σουλτάνο, ο οποίος θαύμασε όχι μόνο τη σύνεση του Γρηγοριάτη μοναχού, αλλά και το εξωτερικό παρουσιαστικό του. Ο Ιωακείμ έφερε γενειάδα που έφτανε μέχρι τα γόνατα. Ο σουλτάνος αφού ρώτησε το σκοπό της άφιξής του, διάταξε να του δώσουν ένα γενναίο χρηματικό ποσό. Το ποσό και με άλλες συνδρομές γρήγορα υπερκάλυψε την προοπτική για τα έξοδα ανέγερσης της Μονής. Γι’ αυτό, τα χρήματα που περίσσευαν, ο Ιωακείμ διαθέτει για την απολύτρωση Ρουμάνων που κράταγαν όμηρους οι κουρσάροι. Επίσης κι ένα μεγάλο χρηματικό ποσό καταθέτει στα χέρια Βλάχων ηγεμόνων, για να πληρώσουν το χαράτσι υποτελείας στην Υψηλή πύλη. Σε ναό της νήσου Πρώτη Προποντίδας μαρμάρινη επιγραφή εξιστορεί πως ο Ιωακείμ
«…αμέτρητα καλά έκαμεν εις ανθρώπους
και ελευθέρωσε πολλούς εις διαφόρους τόπους,
και βοηθεί τα ορφανά και χήρας και απόρους…»
Το πορτραίτο του Ιωακείμ εικονίζεται σε τοιχογραφία, στα δεξιά της λιτής του καθολικού. Επίσης χάρη στον Ιωακείμ Βλάχοι ηγεμόνες προσήλωσαν διάφορα σκηνώματα στη Γρηγορίου: ο ηγεμόνας Μολδαβίας Ιωάννης Γρηγόριος Αλέξανδρος Γκίκας, τη μονή Πούκνας στο θέμα Φωξάνη. Ο μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Γρηγόριος, το ναό του Αγίου Σπυρίδωνος στο Βουκουρέστι κ.ά.
Μετά την παραίτηση του Ιωακείμ η Μονή μεταπέφτει στην ιδιορρυθμία. Κατά την Επανάσταση η ένδεια της Μονής, μαζί με τις ανεκδιήγητες ταπεινώσεις των τούρκων στρατιωτών, αναγκάζει την ολιγάριθμη αδελφότητα στην απόφαση να προτείνει στη Μεγίστη Λαύρα, όπως δεχθεί τη Μονή τους ως εξάρτημα: «…ημείς οι ταπεινοί δούλοι σας… δεν ημπορέσαμεν να κυβερνηθώμεν… και αφήνομεν το Μοναστήρι, το οποίον με όλην μας την γνώμην σας το δίδομεν ωσάν μετόχι, και κυβερνήσατέ το ως καθώς σας φωτίσει ο Θεός…». Πλην η έκβαση της πρότασης δεν μας είναι γνωστή. Το 1840 ανασυσταίνεται σε κοινόβιο με πρώτο ηγούμενο τον, και πάλι Αγιαννίανίτη, ιερομόναχο Νεόφυτο. Μετά το Νεόφυτο την ηγουμενία αναλαμβάνει ο Δανιήλ και το Μάιο του 1859 ηγούμενος τοποθετείται ο ρέκτης αρχιμανδρίτης Συμεών, κουράς Αγίου Παύλου (1852). Οι μοναχοί της Γρηγορίου δέχονται τον Συμεών με πολλή αγάπη, «μηδείς της νεότητος αυτού καταφρονήσας» (ήταν μόνο 29 χρονών). Κατά το διάστημα της 46χρονης ηγουμενίας του, ξοφλεί τα χρέη της Μονής, που έφταναν τις 170.000 γρόσια και προσθέτει νέα κτίρια στη Μονή, εκείνα προς βορρά. Οι νέες προσθήκες μεταξύ 1892-1900 διπλασιάζουν τη Μονή.
Το Καθολικό της Μονής, τιμώμενο στο όνομα του Αγίου Νικολάου, άρχισε να κτίζεται αμέσως μετά την πυρκαγιά του 1761. Παρουσιάζει τρεις κύριες ιστορικές φάσεις: Η πρώτη από το 1761 έως το 1775, οπότε κτίστηκε ο κυρίως ναός με τη λιτή. Η δεύτερη το 1840, με την κατασκευή του εξωνάρθηκα, σύμφωνα με επιγραφή στη βορειανατολική γωνία του. Η τρίτη το 1851, με την προσάρτηση στη βορεινή πλευρά του παρεκκλησίου του οσίου Γρηγορίου. Βρίσκεται στο κέντρο της παλιάς μονής και ακολουθεί το συνήθη αγιορείτικο τύπο δηλαδή του τρίκογχου, σταυροειδούς, εγγεγραμμένου με τρούλο. Είναι σχετικά μικρό Καθολικό έχει όμως διπλό νάρθηκα. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο νάρθηκας φέρει ξύλινο τρούλο, στο κέντρο και επίπεδες εσωτερικά οροφές, με ξύλινη επένδυση. Η εικονογράφηση του κυρίως ναού με τη λιτή, που ολοκληρώθηκε το 1779, από τον ιερομόναχο Γαβριήλ και το μοναχό Γρηγόριο από την Καστοριά. Παρουσιάζει τα χαρακτηριστικά της μεταβυζαντινής τεχνοτροπίας, με έντονες λαϊκές επιδράσεις. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο, έχει πλούσια διακόσμηση με σκηνές από τη Παλιά και τη Καινή Διαθήκη. Αξιολογείται σαν ένα από τα σημαντικότερα σε καλλιτεχνική αξία τέμπλα του Αγίου Όρους.
Το καμπαναριό είναι ενσωματωμένο στη μεσαία πτέρυγα. Κτίστηκε γύρω στα 1500 από το μοναχό Σπυρίδωνα και με τη συνδρομή του Στέφανου Βοεβόδα μετά την πυρκαγιά του 1496. Πρόκειται για ένα πενταόροφο επιβλητικό κτίσμα, τετραγωνικής κάτοψης. Στην τελευταία στάθμη του διαθέτει δέκα καμπάνες και βαριά ξύλινα και σιδερένια σήμαντρα.
Η Μονή Γρηγορίου δε διαθέτει φιάλη. Προβλέπεται, ωστόσο, η κατασκευή της, στην αυλή μπροστά στην κρήνη. Η κρήνη αυτή έχει μεταφερθεί, από την κυρίως αυλή.
Η Ιερά Μονή Γρηγορίου διατηρεί δεκατέσσερα παρεκκλήσια από τα οποία τα επτά βρίσκονται μέσα στην Μονή. Από τα παρεκκλήσια εκείνο του οσίου Γρηγορίου, του Κτήτορος (1851) είναι ενσωματωμένο στο βόρειο μέρος του καθολικού. Είναι κτισμένο με το ισόδομο σύστημα, σχηματίζει φαλτσογωνιά στα νοτιοδυτικά και φέρει μεγάλο τρούλο στο κέντρο. Στο δυτικό τμήμα της παλιάς αυλής βρίσκεται το παρεκκλήσι της Αγίας Αναστασίας, της Ρωμαίας, που κτίστηκε το 1775. Πρόκειται για ένα σχεδόν ανεξάρτητο, μονόχωρο ναό, με νάρθηκα αγιογραφημένο το 1995 και χαμηλό τρούλο χωρίς τύμπανο. Φέρει τυπική τοιχογράφηση, καθώς και τέσσερις εικονογραφήσεις από το μαρτύριο της Αγίας Αναστασίας. Επίσης υπάρχουν του Αγίου Δημητρίου 18ου αιώνα, της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής των Αγίων Αναργύρων Κοσμά και Δαμιανού και του Αγίου Σπυρίδωνος 19ου αιώνα.
Τέλος των Αρχαγγέλων Μιχαήλ και Γαβριήλ και του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, ερειπωμένο σήμερα. Ωστόσο, στα πλαίσια της ανακατασκευής της νέας, ανατολικής πτέρυγας, που άρχισε το 1997, ήδη ενσωματώθηκε νέο παρεκκλήσιο, με τρούλο, αφιερωμένο στον ίδιο Άγιο. Η μονή διαθέτει επίσης και επτά εξωκκλήσια.
Στη νοτιοανατολική γωνία της Μονής Γρηγορίου βρίσκεται μικρή πύλη του τείχους, που οδηγεί στο κοιμητήριο. Ο κοιμητηριακός ναός, που διαθέτει και νάρθηκα, είναι αφιερωμένος στους Αγίους Πάντες. Κτίστηκε το 1728 και αγιογραφήθηκε το 1739, με δαπάνη και προσωπική εργασία των αδελφών Μητροφάνους και Νεκταρίου Βενιέρη, μοναχών της μονής. Αξιόλογες είναι οι νωπογραφίες του ναού, μεταξύ των οποίων εκείνες στο νάρθηκα που απεικονίζουν τη δημιουργία και την πτώση του ανθρώπου, τους Αίνους ψαλμούς και τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου. Κάτω από το κοιμητήριο βρίσκεται το οστεοφυλάκιο της μονής.
Η σημερινή μορφή της διπλής αυλής, της Ιεράς Μονής Γρηγορίου, προέκυψε με την επέκταση της βορεινής πτέρυγας του παπά – Συμεών στα τέλη του 19ου αιώνα. Το νεότερο τμήμα της, μετά την κύρια είσοδο της μονής, χαρακτηρίζεται από το τραπεζοειδές σχήμα της. Η κύρια αυλή της μονής, του 1310, καλύπτεται με σχιστολιθικές πλάκες μεγάλων διαστάσεων, πίσω από την οποία εκτείνονται μικροί δενδρόκηποι.
Η Τράπεζα είναι ενσωματωμένη στη γωνία της νότιας και δυτικής πτέρυγας. Κτίστηκε το 1783 στα πλαίσια γενικότερης ανακαίνισης από τον σκευοφύλακα της μονής Ιωακείμ Μακρυγένη από την Ακαρνανία. Πλήρως ανακαινίστηκε το 1993 και η κάτοψή της σχηματίζει ορθή γωνία. Επεκτείνεται προς τη δυτική πτέρυγα, καταλαμβάνοντας το χώρο του παλιού γηροκομείου. Η αγιογράφηση της Τράπεζας άρχισε το 1995.
Το μαγειρείο βρίσκεται, στη νότια τριώροφη πτέρυγα ακριβώς κάτω από την τράπεζα. Βλέπει προς τη θάλασσα και επικοινωνεί με το φούρνο, ξυλαποθήκη και αποθήκη τροφίμων.
Το δοχειό, στεγάζεται στα υπόγεια της βορεινής πτέρυγας του παπά – Συμεών. Εκεί στεγάζεται και το λαδαριό της μονής. Στους χώρους αυτούς υπάρχουν και ψυγεία συντήρησης τροφίμων της μονής.
Ο φούρνος βρίσκεται κάτω από την τράπεζα, στη νότια τριώροφη πτέρυγα, προς τη θάλασσα και επικοινωνεί με το μαγειρείο και ξυλαποθήκη.
Το κρασαριό, στεγάζεται στα υπόγεια της πτέρυγας του παπά-Συμεών. Στη θέση αυτή υπάρχει και ο παλιός ληνός δηλαδή το πατητήρι των σταφυλιών.
Οι πτέρυγες της Ιεράς Μονής Γρηγορίου είναι: Η βορεινή, πενταόροφη πτέρυγα του 1892, επονομαζόμενη του παπα – Συμεών, ηγούμενου της μονής από την Τρίπολη, επί των ημερών του οποίου και κτίστηκε όπου ανοίγεται η κύρια είσοδος της μονής. Η μεσαία, τριώροφη πτέρυγα, που ιδρύθηκε το 1500 και ανακαινίστηκε το 1770 και το 1976. Σ΄ αυτήν ενσωματώνεται η παλιότερη είσοδος της μονής και το κωδωνοστάσιο. Με την πτέρυγα αυτή διακρίνεται το παλιό (1310 και 1770) από το νέο μοναστήρι (1792), με τις αντίστοιχες αυλές. Η δυτική, τετραώροφη πτέρυγα – δύο όροφοι πάνω και δύο κάτω από τη στάθμη της αυλής, κτίσμα του Ιωακείμ Μακρυγένη. Η νότια πτέρυγα του 1783. Η νέα, ανατολική πτέρυγα, όπου προβλέπεται να στεγαστούν: το παρεκκλήσιο του Τιμίου Προδρόμου, το σκευοφυλάκιο, η βιβλιοθήκη και κάποια κελλιά των πατέρων.
Τα κελλιά των πατέρων της Μονής Γρηγορίου βρίσκονται στη βόρεια και ανατολική πλευρά της βορεινής πτέρυγας του 1892. Στη νότια, τριώροφη πτέρυγα, προς τη θάλασσα του 1783.Στη μεσαία πτέρυγα του 1500 και στην προέκταση της προς τη θάλασσα. Επιπλέον, λόγω των αυξημένων αναγκών, προβλέπεται να στεγαστούν κελλιά στη νέα ανατολική πτέρυγα.
Το παλαιό συνοδικό της Μονής, βρίσκεται βορειοδυτικά, στην τελευταία στάθμη της πτέρυγας του παπα-Συμεών. Εκεί βρίσκεται και το δεσποτικό και το διακονικό, δηλαδή τα δωμάτια φιλοξενίας των επισκόπων και της συνοδείας τους. Το ηγουμενείο, μαζί με το γραφείο και την αίθουσα συνάξεων, καταλαμβάνουν μέρος της δυτικής πτέρυγας. Βρίσκονται πάνω από τη σημερινή τράπεζα και ανακαινίστηκαν πρόσφατα το 1993.
Το κυρίως αρχονταρίκι, καταλαμβάνει μέρος της μεσαίας πτέρυγας του 1500 και της πτέρυγας του παπα-Συμεών του 1892. Περιλαμβάνει δωμάτια φιλοξενίας και αίθουσα υποδοχής των επισκεπτών με θέα στη θάλασσα. Η μονή διαθέτει και δεύτερο παραλιακό ξενώνα στο περιβάλλοντα χώρο της.
H Μονή Γρηγορίου διαθέτει ακόμη στη βορεινή, πτέρυγα του παπα-Συμεών το ιατρείο, το οδοντιατρείο, το νοσοκομείο, το οικονομείο, αποθήκη ιματισμού, ψυγεία, λεβητοστάσιο και άλλους βοηθητικούς χώρους. Στη μεσαία, τριώροφη πτέρυγα το αγιογραφείο, αποθήκες και λεβητοστάσιο. Στη δυτική, τετραώροφη πτέρυγα το γραφείο, την αίθουσα συνάξεων, το βιβλιοδετείο και το παλιό πλυσταριό.
Στη νότια πτέρυγα αποθήκες ξυλείας και αλεύρων, τη παλιά βιβλιοθήκη, το κηροπλαστείο και λεβητοστάσιο
Το σκευοφυλάκιο βρίσκεται στην βορεινή πτέρυγα του παπα-Συμεών. Προβλέπεται, ωστόσο, να μεταφερθεί στη νέα, ανατολική πτέρυγα, καθώς υστερεί σε μέγεθος. Από τα σημαντικότερα κειμήλια και της μονής που φυλάσσονται είναι: Δύο τεμάχια Τίμιου Ξύλου, δύο χρυσοκέντητοι επιτάφιοι 16ου και 17ου αιώνα, σταυροί, αέρες, άμφια, ιερά σκεύη και ευαγγέλια, με βαρύτιμα καλύμματα, προσκυνητάρια μεταξύ των οποίων εκείνο του 1680 Αγίων Τόπων Ποδέα του 1550 με τα Εισόδια της Θεοτόκου και τέλος περισσότερα από εκατό ιερά λείψανα διαφόρων Αγίων τα οποία φυλάσσονται στο Καθολικό. Μεταξύ των ιερών λειψάνων είναι αυτά των προστατών της μονής Αγίου Νικολάου, Οσίου Γρηγορίου και Όσιας Αναστασίας της Ρωμαίας. Ακόμη το δεξί χέρι του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου και οι κάρες των Αγίων Μοδέστου, Ιακώβου του Πέρσου, Φωτεινής της Σαμαρείτιδος, Διονυσίου του Αρεοπαγίτου και Κηρύκου.
Το εικονοφυλάκιο συστεγάζεται με το σκευοφυλάκιο, στην πτέρυγα του παπά-Συμεών. Η μονή διατηρεί μεγάλο αριθμό φορητών εικόνων Βυζαντινών, μεταβυζαντινών και νεότερων. Ορισμένες από αυτές έχουν ιδιαίτερη αρχαιολογική και καλλιτεχνική αξία. Αξίζει να μνημονευθεί η φορητή εικόνα του Αγίου Νικολάου 15ου αιώνα που βρίσκεται στο Καθολικό. Ο Άγιος εικονίζεται με ηλιοκαμένο πρόσωπο, σαν ναυτικός με τρικυμισμένα γένια και μέτωπο. Επίσης η θαυματουργική, φορητή εικόνα της Παναγίας, της Οδηγήτριας Παντάνασσας 15ου αιώνα. Είναι γνωστή και ως Παλαιολογίνας από το όνομα της δωρήτριας Μαρίας Παλαιολογίνας. Τέλος η φορητή εικόνα της Παναγίας, της Γαλακτοτροφούσας του 17ου αιώνα όπου η Θεοτόκος θηλάζει το Χριστό. Αποτελεί από τα σπανιότατα θέματα στην εικονογραφία.
Η βιβλιοθήκη της Μονής Γρηγορίου, στεγάζεται σε μικρό, θολοσκέπαστο διαμέρισμα της δυτικής πτέρυγας, κάτω από την τράπεζα. Eίναι πολύ καλά οργανωμένη. Το μεγαλύτερο τμήμα του υλικού της είχε καταστραφεί μετά τη πυρκαγιά του 1761 και τις λεηλασίες των Τούρκων από το 1821 έως 1830. Αριθμεί συνολικά 297 χειρόγραφους κώδικες, 11 από τους οποίους είναι περγαμηνοί.
Επίσης, διατηρεί 20.000 περίπου έντυπα βιβλία, μεταξύ των οποίων 630 παλαίτυπα. Άξιο αναφοράς είναι το μοναδικό στον κόσμο χειρόγραφο του 8ου αιώνα “Ο Ποιμήν” του απολογητικού συγγραφέα Ερμά. Τέλος, φυλάσσει μια αξιόλογη συλλογή σιγιλλίων, κηρόβουλλων, φιρμανιών και άλλων εγγράφων μεταξύ των οποίων ένα μουσικό χειρόγραφο του 1744, ένα τουρκικό σουρέτι του 1429 και ένας βακουφναμές του 1561. Το αναγνωστήριο, με τα νεότερα βιβλία, βρίσκεται στο ισόγειο, βορειοδυτικό άκρο της Βορεινής πτέρυγας, του παπα-Συμεών. Προβλέπεται, λόγω ανεπάρκειας χώρου, η μεταφορά της βιβλιοθήκης, στη νέα ανατολική πτέρυγα.
H Μονή Γρηγορίου άμεσο και έμμεσο περιβάλλοντα χώρο της έχει τον αρσανά, το ψαρόσπιτο, το παλιό βουρδουναριό και εργατόσπιτο και το μηχανουργείο. Επίσης το νέο ξενώνα, βοηθητικό κτίσμα με τοπαρεκκλήσιο του Αγίου Τρύφωνα, κελλιά κηπουρών, αποθήκες και άλλα βοηθητικά κτίσματα που είναι διάσπαρτα γύρω της.
Ο αρσανάςτης Μονής Γρηγορίου βρίσκεται βόρεια και συνδέεται με αυτή μέσω λιθόστρωτου, ανηφορικού δρόμου διακοσίων περίπου μέτρων. Καταλαμβάνει την ευρύτερη περιοχή των εκβολών του χειμάρρου Χρεντέλι. Περιλαμβάνει δύο λιμάνια, ένα ακριβώς κάτω από το μεγάλο βράχο της μονής και το άλλο βορειότερα. Σε δύο χειρόγραφα της μονής αναφέρονται δύο φοβερές πλημμύρες το 1820 και 1853, που κατέστρεψαν ολοσχερώς τον αρσανά από τον οποίο διασώζονται ορισμένα υπολείμματα .
Το βουρδουναριό συστεγάζεται με το ξυλουργείο και εργατόσπιτα σε μεγάλο κτιριακό συγκρότημα. Ανακαινίστηκε το 1989 και χωροθετείται κοντά στο βορειότερο λιμάνι του αρσανά.
Στο πλησιέστερο προς τη Μονή Γρηγορίου λιμάνι και απέναντι από το αντίστοιχο κτίριο του αρσανά, βρίσκεται το παραλιακό αρχονταρίκι της Μονής. Παλαιότερα ήταν βουρδουναριό που μετασκευάστηκε το 1985 σε αρχονταρίκι, προκειμένου η μονή να καλύψει τις ιδιαίτερα αυξημένες ανάγκες της σχετικά με την φιλοξενία προσκυνητών.
Bόρεια της Μονής Γρηγορίου, σε απόσταση σαράντα μέτρων από την κύρια είσοδο, βρίσκεται το παλιό διώροφο εργατόσπιτο. Χρονολογείται στα 1850 σύμφωνα με εντοιχισμένη επιγραφή. Αποκαταστάθηκε πρόσφατα και μετασκευάστηκε προκειμένου να στεγάσει μηχανουργείο, ηλεκτρολογείο, ραφείο και μουσικοδιδασκαλείο. Δεύτερο εργατόσπιτο υπάρχει στο νέο συγκρότημα του ξυλουργείου-μηχανουργείου.
Ο πύργος της Μονής Γρηγορίου κτίστηκε το 1792. Eίναι ενσωματωμένος στο ανατολικό της τείχος. Σήμερα, προβλέπεται η επανάχρηση του και λειτουργική του προσαρμογή στη νέα ανατολική πτέρυγα. Στο ανατολικό άκρο της μεσαίας πτέρυγας της μονής σώζεται σπάραγμα παλιότερου πύργου, με πολεμίστρες, που προστάτευε την τότε κύρια είσοδο της μονής.
Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Κελλιά, στις Καρυές μαζί με το αντιπροσωπείο της του Αγίου Τρύφωνος. Το αντιπροσωπείο της κατά τον 11ο αιώνα συγκαταλεγόταν ανάμεσα στα ογδόντα μονύδρια του Αγίου Όρους. Το Κελλί των Αγίων Αναργύρων, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Παχωμαίοι, της Υπαπαντής του Χριστού, στο κέντρο των Καρυών, όπου μονάζουν οι αγιογράφοι Ιωσαφαίοι, το Κελλί του Αγίου Φιλοθέου του Κόκκινου, κοντά στο ναό του Πρωτάτου, που ανακαινίστηκε το 1995. Τέλος το Κελλί του Αγίου Νικολάου, βορειοανατολικά των Καρυών, στη θέση “Κομμένοι ” και το Κελλί των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου που βρίσκεται στην περιοχή της Καψάλας.
Η Μονή Γρηγορίου διαθέτει έξι Καθίσματα στην ευρύτερή της περιοχή:
Των Αθωνιτών Πατέρων 19ου αιώνα, το οποίο ανακαινίστηκε κατά τα έτη 1976-90.
Της Παναγίας, 18ου αιώνα όπου ασκήτευσε για ένα χρόνο και ο Άγιος Ακάκιος, ο Καυσοκαλυβίτης, πριν εγκατασταθεί οριστικά στα Καυσοκαλύβια. Το Κάθισμα αυτό απέχει τριάντα μέτρα από τη σπηλιά όπου ασκήτευσε ο ιδρυτής και Κτήτορας της μονής Όσιος Γρηγόριος. Επίσης έχει τα Καθίσματα Των Αγίων Αποστόλων και του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγουμέσα στο δάσος σε υψόμετρο 700 μέτρ , 19ου αιώνα, .
Tέλος τα Καθίσματα τoυ Αγίου Αρτεμίου, του Αγίου Πρωτομάρτυρος Στεφάνου και του Προφήτη Ηλία, το οποίο λειτουργεί και ως πυροφυλάκιο του δάσους της μονής.
Πηγές:
Δωροθέου Μοναχού, ΤΟ ΑΓΙΟ ΟΡΟΣ Μύηση στην Ιστορία του και τη Ζωή του, εκδ. ΤΕΡΤΙΟΣ, Κατερίνη
Κέντρο Διαφύλαξης Αγιορείτικης Κληρονομιάς, Οδοιπορικό στο Άγιον Όρος
Πηγή : http://clubs.pathfinder.gr/kellion/874420
Facebook Comments