Στην Κάλυμνο η Παναγία η Γαλατιανή

Η ιερά και σεβάσμια εικόνα “Παναγία η Γαλατιανή”,  βρέθηκε μέσα σε σπήλαιο επάνω στο ψηλό βουνό της Γαλατιανής. Το βουνό αυτό βρίσκεται ανάμεσα στα χωριά Αργινώντα και Εμπορειό της νήσου Καλύμνου, στα Δωδεκάνησα.

Η ακριβής ημερομηνία της εύρεσης της ιερής εικόνας δεν είναι γνωστή. Το μόνο που γνωρίζουμε είναι ότι βρέθηκε μέσα στην περίοδο του χειμώνα, την εποχή που γεννούν τα αιγοπρόβατα.

Επάνω στο ασημένιο κάλυμμα της ιερής εικόνας αναφέρεται ότι η επαργύρωσή της έγινε το 1826. Σήμερα η θαυματουργή αυτή εικόνα της Θεοτόκου Μαρίας φυλάσσεται μέσα στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου, ένα αρχαίο βυζαντινό Μοναστήρι στο χωριό “Αργινώντας”.

Σύμφωνα με τις λαϊκές παραδόσεις του νησιού που διασώθηκαν, κατά τα μέσα του 18ου αιώνα, πιθανά το Δεκέμβριο μήνα, δύο βοσκοί, ο Νικόλαος Ζεμπιλλάς και ο Μανόλης Κουλιανός, έβοσκαν τα κατσίκια τους πάνω στο βουνό της Γαλατιανής. Μια από τις κατσίκες τους ήταν ετοιμόγεννη και ενώ έβοσκε μαζί με τα άλλα ζώα, ξαφνικά χάθηκε. Ο βοσκός έψαξε παντού, αλλά δεν βρισκόταν το ζώο. Μετά από λίγες ημέρες εμφανίστηκε στην μάνδρα και φαινόταν ότι είχε γεννήσει. Ο βοσκός υπέθεσε ότι το νεογέννητο είχε πεθάνει και γι’  αυτό επέστρεψε η μάνα πίσω στη μάνδρα. Όμως το ζώο πάλι χάθηκε και δεν εμφανίστηκε, παρά μόνο λίγες ημέρες αργότερα. Ο βοσκός θέλησε να εξακριβώσει τους λόγους αυτής της περίεργης συμπεριφοράς του ζώου του. Παρακολουθεί με προσοχή την κατσίκα, που φτάνοντας στην κορυφή του βουνού, κατέβηκε από μια απότομη και δύσβατη πλαγιά, τη βορειοδυτική πλαγιά του βουνού. Κατέβηκε κι ο βοσκός περίπου τέσσερις “πεζούλες” και μπήκε μέσα σ΄ ένα σπήλαιο. Στο βάθος του σκοτεινού σπηλαίου ο απλοϊκός εκείνος βοσκός βρέθηκε έκθαμβος, όταν αντίκρυσε την κατσίκα του να στέκεται σταθερή και χωρίς να μετακινείται μπροστά σε μία μικρή τρύπα, όπου στο βάθος της ήταν κρυμμένη για αιώνες η ιερή και θαυματουργική εικόνα της Παναγίας. Γεμάτος χαρά και ενθουσιασμό για το θείο αυτό δώρο, πήρε με ευλάβεια στα χέρια του την ιερή εκόνα της Θεοτόκου και την έβαλε μέσα στην “ταραζίκα” του (= δερμάτινο σάκο από δέρμα κατσίκας) με σκοπό να την πάρει στο σπίτι του για ευλογία και οικογενειακό φυλακτό.

Όμως, όπως κατέβαινε από το πανύψηλο βουνό, στάθηκε στα μισά του δρόμου για να ξεκουραστεί. Εκεί άνοιξε την “ταραζίκα” του και έκπληκτος διαπίστωσε ότι η εικόνα έλειπε. Είχε εξαφανιστεί! Έντρομος και πολύ σκεφτικός πίστεψε ότι θα του είχε πέσει, όπως κατέβαινε το δύσκολο και σχεδόν ανύπαρκτο μονοπάτι. Δεν ήθελε με κανένα τρόπο να χαθεί η εικόνα, ή να βρει κάποιος άλλος ένα τόσο πολύτιμο και θρησκευτικό κειμήλιο. Πήρε, λοιπόν, το δρόμο της επιστροφής. Έψαχνε παντού. Ανάμεσα σε θάμνους και σε βράχια, όπου είχε περάσει, αλλά πουθενά δεν βρισκόταν. Γιά μια στιγμή σκέφθηκε να γυρίσει πίσω στη σπηλιά, που την είχε βρει. Αλλά, αφού ήταν απόλυτα βέβαιος ότι την έβαλε μέσα στην “ταραζίκα” του, πώς ήταν δυνατόν να βρεθεί και πάλι εκεί;

Μ’  αυτή τη σκέψη, μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα βρέθηκε και πάλι στην κατακόρυφη βουνοπλαγιά και στην είσοδο της σπηλιάς. Με κάποιο φόβο μπαίνει μέσα στην σπηλιά και πήγε κατ’ ευθείαν στο σημείο που βρήκε αρχικά την ιερή εικόνα της Θεοτόκου. Δεν είναι δυνατόν να περιγράψει κανείς τα συναισθήματα που ένιωσε εκείνη τη στιγμή ο απλοϊκός εκέινος Καλύμνιος βοσκός, όταν βρέθηκε, για δεύτερη φορά, μπροστά στην εικόνα. Πώς βρέθηκε στη θέση της; Αυτό ήταν ένα καθαρό θαύμα! Πήρε με ευλάβεια την εικόνα και την έβαλε για δεύτερη φορά μέσα στην ταραζίκα του. Έδεσε σφικτά το στόμιό της για να είναι σίγουρος ότι δεν του ξέφευγε, όπως την πρώτη φορά και παίρνει το δρόμο της επιστροφής για το σπίτι του.

Φτάνοντας στο σπίτι του, κάλεσε τη γυναίκα του και τα παιδιά του για να τους δείξει το πολύτιμο εύρημά του. Όταν, όμως, άνοιξε την ασφυκτικά σφραγισμένη “ταραζίκα” του και εξιστορούσε ταυτόχρονα με ενθουσιασμό σ΄ όλους πώς βρέθηκε η εικόνα, έμεινε ξαφνικά άφωνος όταν είδε ότι η ιερή εικόνα και πάλι εξαφανίστηκε! Μα πώς ήταν δυνατόν, αφού ο ίδιος την ασφάλισε μέσα στην ταραζίκα του και την κρατούσε ασφυκτικά μέσα στα χέρια του;

Το επόμενο πρωΐ χωρίς καμμία  καθυστέρηση, ξεκίνησε για το σπήλαιο. Για τρίτη φορά  βρέθηκε μπροστά στην θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Δεν τόλμησε αυτή τη φορά να την αγγίξει. Τον είχε κυριέψει ο φόβος. Δεν γνώριζε τί να κάνει και γυρίζει στην εργασία του συλλογιζόμενος όλα τα περιστατικά της εύρεσης μιας τόσο αρχαίας εικόνας, που όσες φορές κι αν την πάρει κανείς, επιστρέφει μόνη της στη θέση της, όπου βρέθηκε. Εκείνο το βράδυ στο όνειρό του είδε την Παναγιά να του λέει: “Δεν πρόκειται να μείνω στο χωριό των Αργινωντών, εάν δεν μου κτίσεις μια Εκκλησία επάνω στον τόπο που βρήκες την εικόνα μου”. Η Παναγία του υπέδειξε μια τοποθεσία όπου θα εύρισκε νερό και έτοιμο ασβέστη. Μ’ αυτά και τις γύρω πέτρες του βουνού, που ήταν άφθονες, θα χρησιμοποιήθηκαν για το κτίσιμο του ναού της. Πράγματι, όλα όσα είπε η Παναγία στο όνειρο του βοσκού αποδείχτηκαν αληθινά. Ο μικρός ναός κτίστηκε μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα στην κορυφή του βουνού, που ονομάζεται “Ορος Γαλατιανή”. Ο αγράμματος βοσκός βλέπει πάλι την Παναγία στο όνειρό του και του λέει : “Να κατεβείς στην πόλη και σ  ένα τόπο θα συναντήσεις ένα δάσκαλο. Αυτός θα σου μάθει γράμματα να γίνεις  παπάς”. Το πρωϊνό αφηγείται το όνειρο στη γυναίκα του. Η γυναίκα του είπε : “Μα άντρα μου πώς θα μπορέσεις να γίνεις παπάς αφού δεν ξέρεις γράμματα;”. Εκείνος, όμως,  ξεκίνησε για την πόλη και στο σημείο που του είπε η Παναγιά βρήκε έναν δάσκαλο. Του διηγήθηκε την ιστορία του και πήγε ξανά πίσω. Αξιώθηκε να χειροτονηθεί ιερέας και λειτούργησε την Παναγιά Γαλατιανή, μέχρι να πεθάνει. Από τη Μαρία Μύτικα, Β2.

 

Πηγή : https://journalofpupils.wordpress.com/page/21/

προηγούμενο
επόμενο

Facebook Comments