Ήτανε στα παλιά τα χρόνια ένα παιδί μεγαλωμένο μες στην εκκλησιά. Των ιερέων δεξί χέρι. Πρόφταινε σ΄ όλες τις δουλειές και στις ακολουθίες πάντα πρώτο. Ήξερε πια απ΄ έξω κι ανακατωτά ψαλμούς και προσευχές κι ευλαβικά διακονούσε στο ιερό σε κάθε λειτουργία.
Πόσο του άρεσε η ψαλτική! Καμια φορά χωνόταν στο αναλόγι ανάμεσα σε ψάλτες και ψαλτάκια κι όλο ήθελε κάτι να ψάλει στον Θεό.
Μα τον διώχνανε οι άλλοι. Ήτανε, βλέπεις, πολύ παράφωνο το παιδί. Τόσο, που δεν καταλάβαινε κανείς τις έψελνε. Δεν ήθελαν να τον ακούν. Του λέγαν: «Όλα, μα όλα να τα κάνεις, Ρωμανέ – αυτό ήταν τ΄ όνομά του – μονάχα στο ψαλτήρι μην ανέβεις».
Ένα βραδάκι, εκεί, στην εκκλησιά της Παναγιάς, όπου βρισκόταν η θαυματουργή εικόνα της Κυρίας Θεοτόκου, έπεσε ο Ρωμανός στα γόνατα. Με δάκρυα ικέτευε τη Δέσποινα των Ουρανών να του χαρίσει της καλλιφωνίας το δώρο.
Παραμονή Χριστούγεννα. Κατάμεστη της Παναγιάς η εκκλησία. Κι εκεί, κοντά στο αναλόγι, μένει άφωνος ο ταπεινός ο Ρωμανός. Πού να τολμήσει ν΄ ανοίξει για ψαλμωδία το στόμα. Όλοι θα τον κοίταζαν περιπαικτικά, θα τον κορόιδευαν και θα του έλεγαν να πάψει. Στρέφει τα μάτια στην εικόνα. Δέεται βουβά… Κι εκεί που προσευχόταν το παιδόπουλο, το παίρνει αλαφριά ο ύπνος και βλέπει όνειρο θαυμαστό: Βγήκε, λέει, απ΄ την κορνίζα της εικόνας η ίδια η Παναγιά κι ήρθε κοντά του. Κρατούσε στο δεξί κοντάκιο – εκείνο το κοντό, ελαφρύ ξύλο όπου τύλιγαν τα χαρτιά όπου είχανε γραμμένους τους ψαλμούς και τα τροπάρια. Το ΄δωσε λέει, στον Ρωμανό και του ΄πε να το φάει. Κι αυτός το πήρε, το ΄φαγε και ξύπνησε αμέσως.
Με θάρρος στάθηκε κοντά στον πρωτοψάλτη, που είχε ανοίξει τα χαρτιά στον ύμνο της Παρθένου. Βγάζει φωνή ο Ρωμανός κι από τα στήθη του βαθιά ψάλλει, όπως λαχταρούσε, με μελωδία θαυμαστή: «Η Παρθένος σήμερον τον Υπερούσιον τίκτει…».
Αντιλαλούνε της εκκλησιάς οι θόλοι. Αντιβουίζουν τα καμπαναριά κι ο Ρωμανός ο μελωδός, το μέχρι λίγο πριν παράφωνο παιδόπουλο, δοξάζει την Κυρία Θεοτόκο για το δώρο.
Χίλια και περισσότερα τα ψάλματα που έγραψε ο Ρωμανός για τους αγίους και την Παναγιά.
Κοντάκια τα ονόμασε η Εκκλησία, για να θυμόμαστε το θαύμα με το άμουσο παιδί, τον Ρωμανό τον Μελωδό, τ΄ αηδόνι της Ορθοδοξίας, που τιμούμε σήμερα, 1 Οκτωβρίου.
Πηγή : http://orthodoxigynaika.blogspot.gr/
Άγιος Ρωμανός, γνωστός και ως Άγιος Ρωμανός ο Μελωδός είναι από τους γνωστότερους ελληνικούς υμνογράφους , αποκαλούμενος και ως “Πίνδαρος της Ρυθμικής Ποίησης». Άκμασε κατά τη διάρκεια του έκτου αιώνα, που θεωρείται ότι είναι η “Χρυσή Εποχή” της βυζαντινής υμνογραφίας. Ο Ρωμανός ο Μελωδός θεωρείται κορυφαίος ποιητής και υμνογράφος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Γεννήθηκε στην Έμεσα της Συρίας πιθανώς τον 6ο αιώνα και σύμφωνα με ανώνυμο ύμνο ήταν εβραϊκής καταγωγής. Στη Βηρυτό έκανε τις σπουδές του και στα χρόνια τής βασιλείας του Αναστασίου του Α’ ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, όπου και υπηρέτησε στο ναό της Αγίας Σοφίας. Μετά την παταγώδη αποτυχία του σαν ψάλτης στον εσπερινό των Χριστουγέννων αποσύρθηκε στη μονή τής Θεοτόκου των Κύρου. Εκεί, σύμφωνα με το Μηνολόγιο του Βασιλείου η Θεοτόκος του έδωσε το χάρισμα της σύνθεσης ύμνων. Τότε έγραψε το κοντάκιο των Χριστουγέννων με το γνωστό προοίμιο: «Ἡ Παρθένος σήμερον / τὸν ὑπερούσιον τίκτει / καὶ ἡ γῆ τὸ σπήλαιον / τῷ ἀπροσίτω προσάγει…».
Σύμφωνα με το συναξαριστή ο Ρωμανός έγραψε χίλιες περίπου συνθέσεις από τις όποιες διασώθηκε μόνο το ένα δέκατο. Πολυποίκιλα τα θέματά του. Ύμνησε όλους σχεδόν τους Αγίους και τις εορτές της Χριστιανικής Εκκλησίας. Ανεξάντλητος στις συλλήψεις και στον πλούτο ιδεών, γνωρίζοντας τον τρόπο να προσδίνει πρωτοτυπία ακόμη και στα πιο κοινά θα μπορούσε να χαρακτηρίσει κανείς θέματα. Το άχαρο αλλά και αχάριστο πολλές φορές υλικό του (γεγονότα και βίος Αγίων) μπορούσε να το μετατρέψει σε ζωντανό δραματικό πίνακα. Τα πρόσωπα των Αγίων αλλά και της Παναγίας και του Χριστού παρουσιάζονται απόλυτα ζωντανά χωρίς τίποτα το νεκρικό ή απόκοσμο.
Η ποίηση του Ρωμανού του Μελωδού εκφράζει την ίδια την εποχή του, τους πόθους και τις ελπίδες εκείνων των ανθρώπων. Γι΄ αυτό και το έργο του δεν εξετάζεται μόνο από Θρησκευτικής άποψης ή λογοτεχνικής αλλά και ιστορικής και λαογραφικής. Η γλώσσα του απλή, χωρίς στόμφους και όπου παρουσιάζεται ρητορική μακρολογία επειδή έτσι επιβαλλόταν από την ανάγκη των τότε λειτουργικών πλαισίων, αυτή γίνεται χωρίς να κουράζει. Γενικά οι φράσεις του περιέχουν μια πλαστικότητα, μεστή νοημάτων κατά μια άψογη τεχνική όπως παραδέχονται ειδικοί.
Ο Ρωμανός δε δίνει μέσα από το έργο του σαφείς πληροφορίες για τη ζωή του, για αυτό κατά καιρούς υποστηρίχτηκαν διάφορες απόψεις ότι ήταν πρεσβύτερος, εκκλησιέκδικος, κήρυκας. Το βεβαιότερο είναι ότι χειροτονήθηκε Διάκονος. Πέθανε γύρω στο 560 μ.Χ. Για τη μεγάλη του προσφορά στη χριστιανική υμνογραφία ονομάστηκε Πίνδαρος τής εκκλησιαστικής ποίησης. Ή Εκκλησία γιορτάζει τη μνήμη του την 1η Οκτωβρίου.
Ο Ρωμανός χρησιμοποίησε το ποιητικό εκείνο είδος πού λέγεται εκκλησιαστικός Ύμνος και του χάρισε την τελειότερη μορφή. Ο Ύμνος αποτελείται από το Κοντάκιον (προσόμοιον ή κουκούλιον), τους Οίκους και το Εφύμνιον και στηρίζεται πάνω στο νόμο της Ισοσυλλαβίας και ομοτονίας. Μαζί με το ποιητικό κείμενο συνέθετε ο ίδιος και τη μουσική ή έδενε το νέο ποίημα πάνω σε παλιότερη μουσική σύνθεση. Θεματικά τα έργα του αναφέρονται περισσότερο σε γεγονότα της ζωής του Χριστού και σε ιερά πρόσωπα της Γραφής, όπως και σε βίους άγιων.
Το είδος αυτό της ποίησης κυριαρχεί και σήμερα στην εκκλησιαστική ποίηση.
Πηγή : http://radiofloga.blogspot.gr/2009/09/blog-post_30.html
Facebook Comments