Αλ Κοντς για τους Άραβες, Ιεροσόλυμα για τους Χριστιανούς, Ιερουσαλήμ για τους Εβραίους: Η πόλη, μία από τις αρχαιότερες της παγκόσμιας ιστορίας, είναι το «σπίτι» σχεδόν ενός εκατομμυρίου ψυχών και γη τριών θρησκειών.
Ενδεχόμενη μεταφορά της αμερικανικής πρεσβείας από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ συνιστά αναγνώριση της διαφιλονικούμενης πόλης ως πρωτεύουσας του κράτους του Ισραήλ, κάτι που τορπιλίζει περαιτέρω τις – χρόνιες, κοπιώδεις και, μέχρι στιγμής, ατελέσφορες – διαπραγματεύσεις για την επίτευξη μίας βιώσιμης συμφωνίας μεταξύ του ισραηλινού κράτους και των Παλαιστινίων. Όμως, γιατί η Ιερουσαλήμ δεν αναγνωρίζεται από διεθνείς οργανισμούς και έθνη ως αδιαίρετη πρωτεύουσα του Ισραήλ;
Το σχέδιο του 1947 του ΟΗΕ για τη διάσπαση της Παλαιστίνης σε δύο κράτη, αραβικό και εβραϊκό, προέβλεπε μία «αυθύπαρκτη», «διεθνή» Ιερουσαλήμ. Ο αραβοϊσραηλινός πόλεμος που ακολούθησε το 1948 κι οδήγησε στην ίδρυση του κράτους του Ισραήλ, διέψευσε το όραμα του ΟΗΕ. Με το πέρας των εχθροπραξιών, το 1949, η ζώνη εκεχειρίας – που συχνά αποκαλείται Πράσινη Γραμμή λόγω του ότι ‘χαράχθηκε’ με πράσινη μπογιά – χώρισε την πόλη στα δύο, με το Ισραήλ να παίρνει τον έλεγχο του δυτικού μισού της πόλης και την Ιορδανία του ανατολικού μισού – που περιελάμβανε και την περίφημη Παλιά Πόλη των Ιεροσολύμων.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο ιδρύεται το κράτος του Ισραήλ και σταδιακά αναγνωρίζεται de jure από τις περισσότερες χώρες του κόσμου. Παρότι τα Ηνωμένα Έθνα αναγνώρισαν το νεοσυσταθέν κράτος και το δέχτηκαν στους κόλπους τους ως μέλος της Γενικής Συνέλευσης το 1949, έθεσαν την πόλη της Ιερουσαλήμ σε καθεστώς ‘corpus separatum’ – ξεχωριστή οντότητα υπό διεθνή έλεγχο – κάτι που ποτέ δεν ίσχυσε. Αντ’ αυτού η πόλη διαιρέθηκε. Πολλά κυβερνητικά γραφεία και υπηρεσίες μεταφέρθηκαν εκεί.
Το 1967, κατά τη διάρκεια του Πολέμου των Έξι Ημερών, το Ισραήλ προσάρτησε από την Ιορδανία τον ανατολικό τομέα της Ιερουσαλήμ, επιβάλλοντας την τήρηση του ισραηλινού νόμου σε όλη την πόλη. Η κατοχή της Ανατολικής Ιερουσαλήμ θεωρήθηκε παράνομη από τον διεθνή νόμο και καταδικάστηκε από τα Ηνωμένα Έθνη και τη διεθνή κοινότητα.
Facebook Comments