Το καλύτερο έργο είναι να παραδοθούμε στο θέλημα του Θεού και να βαστάζουμε τις θλίψεις με ελπίδα.
Οι καλοί Γέροντες είναι ταπεινοί και μοιάζουν στον χαρακτήρα με τον Χριστό. Με τη ζωή τους δίνουν ζωντανό παράδειγμα. Απέκτησαν την ειρήνη και, σαν το ξύλο της ζωής του παραδείσου, τρέφουν πολλούς με τους καρπούς τους, δηλαδή με τους καρπούς της αγίας ειρήνης τους.
Μερικοί φιλονικούν για την πίστη και δεν υπάρχει τέλος στις φιλονικίες αυτές, ενώ, αντί να φιλονικούμε, πρέπει μόνο να προσευχόμαστε στον Θεό και στην Παναγία, και ο Κύριος θα δώσει χωρίς φιλονικίες το φωτισμό, και μάλιστα γρήγορα.
Αν εγνώριζαν οι βασιλιάδες και οι κυβερνήτες των λαών την αγάπη του Θεού, δεν θα έκαναν ποτέ πόλεμο. Ο πόλεμος προέρχεται από τις αμαρτίες και όχι από την αγάπη. Αν οι άρχοντες τηρούσαν τις εντολές του Κυρίου και ο λαός και οι υπήκοοι υπάκουαν με ταπείνωση, θα υπήρχε μεγάλη ειρήνη και αγαλλίαση πάνω στη γη. Εξαιτίας όμως της φιλαρχίας και της ανυπακοής των υπερήφανων υποφέρει όλη η οικουμένη.
Η αμαρτία διαπράττεται προπαντός στο μυστικό βάθος του ανθρωπίνου πνεύματος, αλλά το αντίτιμο αυτής πλήττει τον όλον άνθρωπον. Συνεπώς, κοσμικής σημασίας δεν είχε μόνον το αμάρτημα του Προπάτορος Αδάμ. Κάθε αμάρτημα, φανερό ή αφανές, εκάστου ενός από εμάς, επηρεάζει τα πεπρωμένα όλου του κόσμου.
Αν ένας λαός ή μία πολιτεία υποφέρουν, τότε πρέπει να μετανοήσουν οι πάντες κι ο Θεός θα τα εξομαλύνει όλα προς το καλό.
Μετά την εμπειρία των βασάνων του άδη, μετά την υπόδειξη του Θεού «κράτα τον νου σου στον άδη», ήταν ιδιαίτερα χαρακτηριστική για τον γέροντα Σιλουανό η προσευχή για τους νεκρούς, που «υπάρχουν εν βασάνοις». Προσευχόταν επίσης για τους ζωντανούς και τις μέλλουσες γενεές.
Θυμόμαστε τη συνομιλία του με κάποιον ερημίτη, ο οποίος έλεγε:
-Ο Θεός θα τιμωρήσει όλους τους αθέους. Θα καίγονται στο πυρ το αιώνιο.
Προφανώς η ιδέα πως οι άθεοι θα τιμωρούνταν στο αιώνιο πυρ τού προκαλούσε ικανοποίηση, κατά το ψαλμικό: «Εὐφρανθήσεται δίκαιος, ὅταν ἴδῃ ἐκδίκησιν» (Ψαλμ. νγ’, 11-12)*.
Με ολοφάνερη συγκίνηση ο Γέροντας απήντησε:
-Πες μου, όμως, σε παρακαλώ, αν σε βάλουν στον παράδεισο και δεις από εκεί πως κάποιος καίγεται στις φλόγες του άδη, θα μπορούσες τάχα να έχεις ανάπαυση;
-Αλλά τι μπορεί να γίνει; Αυτοί οι ίδιοι φταίνε, λέει εκείνος.
Τότε ο γέροντας είπε με θλιμμένο βλέμμα:
–Η αγάπη δεν μπορεί να το υποφέρει… Πρέπει να προσευχόμαστε για όλους.
Και πράγματι εκείνος προσευχόταν για όλους. Ήταν παράξενο γι’ αυτόν να προσεύχεται μόνο για τον εαυτό του· «πάντες γὰρ ἥμαρτον καὶ ὑστεροῦνται τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. γ’ 23). Γι’ αυτόν που είδε, στο μέτρο που του δόθηκε, τη δόξα του Θεού που βίωσε τη στέρησή της, ακόμη και η σκέψη της στερήσεως αυτής έγινε αβάστακτη. Η ψυχή του «έλειωνε» στη σκέψη ότι πολλοί άνθρωποι ζουν, χωρίς να γνωρίζουν τον Θεό και την αγάπη Του, και προσευχόταν εκτενώς να γνωρίσουν όλοι τον Θεό και ο Κύριος, κατά την άφατή Του αγάπη, να δώσει να Τον γνωρίσουν με τη βοήθεια του Αγίου Πνεύματος…
Κύριε, δώσε την ειρήνη Σου στον λαό Σου».
«Κύριε, δώσε στους δούλους Σου το Πνεύμα Σου το Άγιο, για να θάλπει τις ψυχές τους με την αγάπη Σου και να τους οδηγεί σ ‘ όλη την αλήθεια και σε κάθε αγαθό».